Πέμπτη 19 Ιανουαρίου 2017

Μέλι, μία από τις θρεπτικότερες τροφές για τον άνθρωπο.




 Το μέλι που κατά βάθος όλοι αγαπάμε , αποτέλεσε το πρώτο γλυκαντικό για τον άνθρωπο, από την εποχή που εμφανίστηκε στη γη μέχρι και τον 16ο μ.χ. αιώνα. Υπολογίζεται ότι οι μέλισσες εμφανίστηκαν στη γη πριν από 150 εκατομμύρια χρόνια, πολύ νωρίτερα από την εμφάνιση του ανθρώπου. Οι πρώτες καταγραφές για την διατροφική και θεραπευτική αξία του μελιού ,προέρχονται από τη Μεσοποταμία το 2700 π.χ. Επίσης  παρόμοιες αναφορές για τη θρεπτική και θεραπευτική αξία του μελιού συναντάμε με το πέρασμα των ετών στην αρχαία Αίγυπτο ,στην αρχαία Ελλάδα φυσικά και στην Ρωμαϊκή εποχή. Υπάρχει πλήθος καταγραφών από αυτές τις περιόδους με δεδομένα που θα μπορούσαν να γεμίσουν δεκάδες βιβλία. Στην εποχή μας δυστυχώς η παραγωγή του μελιού και η μελισσοκομία γενικότερα περιορίστηκε σημαντικά από τη ζάχαρη η οποία είναι πολύ πιο εύκολο να μεταφερθεί και να παραχθεί σε σχέση με το μέλι. Το γεγονός αυτό μείωσε δραματικά τη μελισσοκομική παραγωγή παγκοσμίως χωρίς όμως, ευτυχώς να την εκτοπίσει εντελώς, καθώς στις μέρες μας παράγονται αρκετές χιλιάδες τόνοι μελιού παγκοσμίως.

 Ενδεικτικά αναφέρω κάποιες από τις βασικές ιδιότητες του μελιού όπως, αντιμικροβιακό, αντιμυκητιακό, αντισηπτικό, αντικαρκινικό, αντιιικό, πρεβιοτικό, προβιοτικό. Το φυσικό μέλι αποτελείται κυρίως από δυο μονοσακχαρίτες(γλυκόζη και φρουκτόζη) και ελάχιστα μόρια νερού, δημιουργώντας μια χαμηλή ενεργότητα νερού ,η οποία δεν επιτρέπει στους μικροοργανισμούς να αναπτυχθούν. Επίσης όταν έρθει σε επαφή πχ με το υγρό μιας ανοικτής πληγής δημιουργείται μια μικρή ποσότητα υπεροξειδίου του υδρογόνου η οποία ουσιαστικά «καθαρίζει» την πληγή από τις παθογόνες ουσίες.

 Σε μία σχετικά πρόσφατη μελέτη του πανεπιστημίου Αθηνών εξετάστηκε η επίδραση της κατανάλωσης μελιού σε 30 υγιή παχύσαρκα κορίτσια μέσης ηλικίας 11,5 ετών τα οποία λάμβαναν καθημερινά στην διατροφή τους 15g μέλι. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το μέλι μπορεί να επιδράσει μακροπρόθεσμα θετικά στην γλυκόζη του αίματος άρα στον κύκλο γλυκόζης-ινσουλίνης άρα και στον έλεγχο του βάρους. Αυτό συμβαίνει διότι η φρουκτόζη που περιέχει το μέλι απορροφάται από τους μεταφορείς των εντερικών λαχνών στα κύτταρα και η μεταφορά αυτή εξαρτάται κάθε φορά από τη διαθεσιμότητα των υποδοχέων. Το γεγονός αυτό καθιστά πολύ πιο αργή την απορρόφηση της γλυκόζης και κατά συνέπεια βραδύτερη και ομαλότερη έκκριση ινσουλίνης από το πάγκρεας. Με τον τρόπο αυτό διατηρείται σταθερός ο κύκλος γλυκόζης-ινσουλίνης , ξεκουράζοντας το πάγκρεας καθώς η γλυκόζη του αίματος παραμένει σχετικά σταθερή, χωρίς να δημιουργεί επεισόδια πέινας ή σύνδρομο αντίστασης στην ινσουλίνη. Εν αντιθέσει με τη γλυκόζη της ζάχαρης η οποία απορροφάται με την μέθοδο της ώσμωσης αυξάνοντας  κατακόρυφα τη γλυκόζη του αίματος και οδηγώντας σε υπέρ-έκκριση ινσουλίνης γεγονός που μακροπρόθεσμα μπορεί να αποτελέσει παράγοντα κινδύνου για τον κύκλο γλυκόζης-ινσουλίνης.

 Συμπερασματικά προτείνεται η κατανάλωση μελιού με μέτρο καθώς σίγουρα η υπερκατανάλωση μελιού προσθέτει αρκετές θερμίδες στον οργανισμό μας. Καλό είναι να το προμηθευόμαστε από κάποιον παραγωγό όπου υπάρχουν λιγότερες πιθανότητες να είναι νοθευμένο και τέλος να το προτιμάμε από όλα τα υπόλοιπα γλυκαντικά όσος μπορούμε γιατί είναι σίγουρα διατροφικά ανώτερο. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου